Το Μοναστήρι της Παναγίας Τροβάτου
Είναι γεγονός πως το χωριό μας, το Τροβάτο Ευρυτανίας, είναι ελάχιστα γνωστό. Θα κυριολεκτούσαμε, αν λέγαμε, πως την όποια αναφορά του σ' αυτό την οφείλει στο ιστορικό μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου ή Της Παναγίας, όπως μας είναι γνωστό. Ο σημερινός επισκέπτης αντικρίζει ένα επισκευασμένο μοναστήρι....
...Οι αιώνες που πέρασαν από τότε που κτίστηκε, αλλά και η έλλειψη φροντίδας γι' αυτό το είχαν καταστήσει ετοιμόρροπο. Τα τελευταία χρόνια επισκευάστηκε με τη φροντίδα των χωριανών και του παπα-Πέτρου, αλλά χωρίς ν' αποφευχθεί η αλλοίωση της φυσιογνωμίας του. 
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ 
Δεν έχουμε, δυστυχώς, σαφείς πληροφορίες ούτε άλλα στοιχεία από τα οποία θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε με βεβαιότητα στην ακριβή και αδιαμφισβήτητη χρονολογία ίδρυσής του. Εικάζουμε πως χτίστηκε την τελευταία δεκαετία του 16ου αιώνα και πάντως πριν το 1600 από το λογιότατο ιερομόναχο Αντώνιο, ο οποίος καταγόταν από το Τροβάτο. Το μοναστήρι του οποίου σήμερα σώζεται το καθολικό, είναι μονόχωρος ναός, τρίκογχος με δίρριχτη στέγη, χωρίς τρούλο. Ο Αντώνιος μάς είναι γνωστός, γιατί υπήρξε διδάσκαλος του Ευγένιου Αιτωλού, ο οποίος έφτασε στο μοναστήρι αυτό περί το 1612. Αυτή είναι και η παλιότερη πληροφορία που έχουμε για το μοναστήρι, το οποίο, βέβαια, το 1612 είχε πια αποκτήσει σημαντική φήμη.
 Την ίδρυση του μοναστηριού θα πρέπει να τη δούμε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας που είχε καταβάλει το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στο β' ήμισυ του 16ου αιώνα για τη διάδοση και διδασκαλία των ιερών γραμμάτων. Αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής ήταν και η Σύνοδος που έγινε στο Μετόχι του Αγίου Τάφου, το 1593, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Ιερεμία Β'. Σ' αυτή τη Σύνοδο τονίσθηκε η ιερή υποχρέωση της εκκλησίας για συνεχή καλλιέργεια της Πίστης και της Παιδείας. Ειδικότερα όρισε "Εκαστον Επίσκοπον εν τη εαυτού παροικία φροντίδα και δαπάνην την δυναμένην ποιείν, ώστε τα θεία και ιερά γράμματα διδάσκεσθαι, βοηθείν δε κατά δύναμιν τοις εθέλουσι διδάσκειν και μαθείν προαιρουμένοις, εάν των επιτηδείων χρείαν έχωσιν".


  Μετά τη Σύνοδο αυτή και με την έντονη προτροπή του Πατριαρχείου υπήρξε μια δραστηριοποίηση και ένας οργασμός σ' όλη τη χώρα σχετικά με την ίδρυση μονών και τη διατήρηση των ιερών γραμμάτων και της χριστιανικής πίστης. Η ανέγερση μοναστηριών ήταν, φυσικά, κυρίαρχη επιδίωξη γιατί μέσα σ' αυτά θα διατηρούνταν η παράδοση της Φυλής μας και θα συντελούσαν στη διατήρηση και διάδοση της χριστιανικής πίστης.
Πρώτος μοναχός και οικιστής αναμφισβήτητα ήταν ο λογιότατος Αντώνιος που καταγόταν,
όπως προανέφερα, από το Τροβάτο. Το μοναστήρι αυτό εξαρχής είχε πολύτιμη και πολύπλευρη προσφορά. Πέρα από την αυτονόητη θρησκευτική του προσφορά, επιτέλεσε και σημαντικό κοινωνικό έργο. Αποτέλεσε καταφυγή για τους αδύνατους και δεινοπαθούντες, καταφύγιο για τους διωκόμενους και κατατρεγμένους από τους Τούρκους Έλληνες, αλλά και σκέπη για όσους ήθελαν ν' απαλύνουν την ψυχή τους. Εκεί, ακόμη, προσέτρεχαν και οι κάτοικοι της περιοχής Τροβάτου και των περιχώρων κάθε φορά που ήθελαν ν' αντλήσουν δύναμη, ελπίδα και αισιοδοξία, αλλά και κάθε φορά που ήθελαν να καθησυχάσουν την ένοχη συνείδησή, γιατί αισθάνονταν τον έλεγχό της, για τυχόν παρεκτροπές στην καθημερινή τους ζωή.
Η Μονή, παράλληλα με τη θρησκευτική και κοινωνική της προσφορά, από τα πρώτα ακόμη χρόνια της ίδρυσής της, λειτουργούσε και ως σχολείο κοινών γραμμάτων αλλά και ευρύτερης παιδείας και διέθετε πλήθος χειρόγραφων βιβλίων, την τύχη των οποίων δε γνωρίζουμε σήμερα. Και σ' αυτή τη Μονή-Σχολείο, που ήταν και η πρώτη πνευματική εστία, το πρώτο πνευματικό κέντρο όχι μόνο για το Τροβάτο, αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Αγράφων την περίοδο αυτή, φοιτούσε μεγάλος αριθμός μαθητών, όχι μόνο από το Τροβάτο αλλά και από τα Βραγγιανά και το Βελισδόνι, καθώς και παιδιά άλλων οικογενειών από ημιορεινές και πεδινές περιοχές, που είχαν συρρεύσει στην περιοχή για ν' αποφύγουν τα δεινά της τουρκοκρατίας.


 Για τον Αντώνιο δεν ξέρουμε ούτε πού σπούδασε ούτε τι σπούδασε. Παλαιότερη πληροφορία γι' αυτόν έχουμε από τον Αναστάσιο Γόρδιο το Βραγγιανίτη (1654-1729), αγαπημένο μαθητή και συνεχιστή του έργου του Ευγένιου Γιαννούλη. Ο Αναστάσιος Γόρδιος αναφέρει ότι ο Αντώνιος "ο εκ Τροβάτου" ήταν ο πρώτος αξιόλογος διδάσκαλος του Γιαννούλη. Ειδικότερα, στη βιογραφία του Ευγένιου Γιαννούλη, ο Γόρδιος αναφέρει ότι, όταν ο σοφός δάσκαλος του ήταν 15 ετών, επειδή η μητρυιά του "χαλεπώς προς αυτόν εφέρετο" έφυγε κρυφά από το πατρικό του σπίτι και πήγε στη μονή Βλοχού, για ν' ακολουθήσει το μοναχικό βίο. Από τη μονή Βλοχού τον παρέλαβε ο ιερομόναχος Αρσένιος, ο εξ Αγράφων, και μαζί έφτασαν στη μονή της Παναγίας Τροβάτου. Στη μονή αυτή βρήκε ο Ευγένιος δυο αξιόλογους ιερομόναχους. τον Αντώνιο από το Τροβάτο και τον Βαρθολομαίο από κάποιο χωριό Αισώπου Νίκη του Αιτωλικού. Οι δυο ιερομόναχοι είχαν μεγάλη φήμη τόσο για την πνευματική τους καλλιέργεια, όσο και για την καλοσύνη τους. Ο Ευγένιος, φιλομαθής όπως ήταν, κοντά στον Αντώνιο έμαθε τα πρώτα γράμματα, την εκκλησιαστική τάξη και τη βυζαντινή μουσική.

Ο Γιαννούλης παρέμεινε στη μονή της Παναγίας Τροβάτου από το 1612 ως το τέλος του 1618. Το 1616 πήγε στο μοναστήρι της Τατάρνας για λίγο, χειροτονήθηκε διάκονος και επανήλθε στη μονή της Παναγίας. Το 1618 ταξίδεψε με τον Αρσένιο στο Άγιον όρος και το 1619 επανήλθε αμέσως στη μονή της Παναγίας Τροβάτου, μετά την πληροφόρησή του ότι ο Αρσένιος σφάχτηκε από Άραβες πειρατές, και το ίδιο έτος μαζί με τον Αντώνιο και το Βαρθολομαίο έφυγαν για το θεοβάδιστον όρος Σινά και τους Αγίους Τόπους. Στα τέλη του 1622 ή αρχές του 1623 ο Γιαννούλης επανήλθε στο μοναστήρι. Το 1624 έφυγε για σπουδές στη Σχολή των Ελληνικών Γραμμάτων στα Τρίκαλα και περί το τέλος του 1625 επανήλθε στη μονή κοντά στους αγαπημένους του δασκάλους. Έφυγε ύστερα, με την ενθάρρυνση του Αντωνίου και Βαρθολομαίου, για σπουδές στην Κεφαλλονιά, κοντά στον πολύ Παΐσιο Μεταξά, πιθανότατα το 1628 και από εκεί συνέχισε την υπόλοιπη λαμπρή σταδιοδρομία του.
Ο Ευγένιος Γιαννούλης έφυγε από τη μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου Τροβάτου σε ηλικία άνω των τριάντα ετών, ενώ είχε πρωτοέλθει στη μονή σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Επομένως, ο Ευγένιος Γιαννούλης στη μονή Τροβάτου "γράμμασι επαιδεύετο" και εκεί πέρασε εκείνα τα χρόνια της ζωής του που ήταν τα προσφορότερα για αφομοίωση και μάθηση* εκείνα τα χρόνια της ζωής του που οι προσλαμβάνουσες ικανότητες για μάθηση βρίσκονταν στην καλύτερή τους ώρα, στην κορύφωσή τους. Αυτός είναι και ο λόγος που μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι στη μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου Τροβάτου ο Ευγένιος Γιαννούλης απέκτησε το ουσιαστικό πνευματικό του υπόβαθρο και ότι στη μονή αυτή διαμόρφωσε το χαρακτήρα του και σφυρηλάτησε την προσωπικότητά του.
Για τον Αντώνιο γνωρίζουμε ακόμη πως με δαπάνη του αγιογραφήθηκε ο ναός. Σήμερα σώζονται λίγες τοιχογραφίες. Ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες του βόρειου τοίχου έχουν καταστραφεί από την άστοχη ανθρώπινη παρέμβαση. Έχουν αποξεστεί οι περισσότερες αγιογραφίες του βόρειου τοίχου και το μέρος έχει καλυφτεί με τσιμέντο. Η αγιογράφηση ήταν βυζαντινότροπη και οι τοιχογραφίες είχαν ως θέματα: α} Τη γέννηση της Θεοτόκου, β} Τον Ιησού δωδεκαετή στο ναό, γ) Την είσοδο στα Ιεροσόλυμα, δ} Την κοίμηση της Θεοτόκου, ε) Το Μυστικό Δείπνο, στ) την Πεντηκοστή, ζ) την Άκρα Ταπείνωση η) τον Άγιο Ιγνάτιο το Θεοφόρο, θ) τον Άγιο Ιάκωβο, ι) τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, ια) τον Άγιο Βασίλειο τον Ουρανοφάντορα κ.ά.π. Η αγιογράφηση ήταν έργο των αγιογράφων Ιωάννου και ετέρου Ιωάννου, μεταξύ των οποίων πρέπει να υπάρχει σχέση διδασκάλου και μαθητή, και έγινε το 1644, όπως πληροφορεί η κτητορική επιγραφή του ναού που υπάρχει πάνω από την δυτική είσοδο του ναού. Έχει δε ως εξής: 

 
[ΙΣΤΟΡ]ΗΘΗ Ο ΘΕΙΟΣ ΟΥΤΟΣ Κ(ΑΙ) ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙ(ΑΣ) ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙ(ΑΣ) [ΔΙΑ] ΔΑΠΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ [ΚΑΙ] ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΙΕΡ(ΟΜΟΝΑ)ΧΟΥ [ΠΑΤ]ΡΙΑΡΧΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΟΥ Κ(ΑΙ) ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΥΡΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΑΝΑΡΙΟΥ Κ(ΑΙ) ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ ΚΥΡΟΥ ΕΥΘΥΜ(ΙΟΥ) Σεπ/μβρίου κε. Δια χειρός ημών Ιωάννου κ(αι) ετέρου Ιωάννου έτη από θεογονίας ΄αχμδ.
Το μοναστήρι συνέχισε τη δημιουργική του δράση όλο το 17ο αιώνα. Οπωσδήποτε πρέπει να συμπεράνουμε πως άρχισε να περιορίζεται η προσέλευση των μοναχών και να περιορίζεται, επομένως, και η φήμη του μοναστηριού, όταν άρχισε ν' αναπτύσσεται το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά, και πολύ περισσότερο, όταν εγκαταστάθηκε σ' αυτό ο Ευγένιος Γιαννούλης, το 1662, και ιδρύθηκε η μεγάλη Σχολή, "Το Ελληνομουσείον των Αγράφων" στο οποίο δίδαξε ο Γιαννούλης μέχρι το 1673. Η φήμη της Σχολής αυτής των Βραγγιανών ήταν τόσο διαδεδομένη, ώστε η προσέλευση μαθητών ήταν εντυπωσιακά μεγάλη. Η φήμη της μάλιστα συνεχίστηκε και μετά το θάνατο του Γόρδιου το 1729 και ως τα Ορλωφικά.
Είναι φυσικό η φήμη της μονής της Παναγίας Τροβάτου να επισκιαστεί από την ακτινοβολία του " Ελληνομουσείου των Αγράφων". Εξάλλου η απόσταση μεταξύ των δύο μονών δεν ήταν μεγάλη και ήταν επόμενο η υπερβολική ανάπτυξη της μιας να επηρεάσει αρνητικά τη δραστηριότητα της άλλης.
Η προσφορά του μοναστηριού δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στον πρωταρχικό ρόλο που έπαιξε στη διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός από τους μεγαλύτερους και σοφότερους διδασκάλους, του Ευγένιου Γιαννούλη, ο οποίος τόσα πρόσφερε στο υπόδουλο έθνος, αλλά επιβάλλεται να τονιστεί ιδιαίτερα η προσφορά του μοναστηριού της Παναγίας στους κατοίκους της περιοχής σε εκείνους τους δύσκολους χρόνους της δουλείας του Έθνους. Αποτέλεσε καταφύγιο πιστών και κιβωτό για τη διάσωση και διάδοση της χριστιανικής πίστης. Ακόμα υπήρξε ο θεματοφύλακας των παραδόσεων του έθνους μας και θέρμαινε την ελπίδα της απελευθέρωσης της πατρίδας στους ορεσίβιους κατοίκους της περιοχής. Οι ίδιοι, βέβαια, δε ζούσαν την έντονη καταπίεση των Τούρκων, γιατί δεν πατούσε εύκολα Τούρκος εκεί, αλλά η υπόλοιπη Ελλάδα στέναζε κάτω από τον τούρκικο ζυγό.
Στο χώρο αυτό κάθε 15η Αυγούστου, στη γιορτή της Παναγίας, αντάμωναν οι Τροβατιανοί, αλλά και άλλοι κάτοικοι των γύρω περιοχών και εκεί ζωντάνευαν τα όνειρα για Λευτεριά και Ανεξαρτησία. Η μονή ήταν το λίκνο που γαλήνευε τις ψυχές των κατοίκων και τους γαλουχούσε με τις υψηλές αξίες της Φυλής μας. Και όταν ήρθε η πολυπόθητη Λευτεριά, μα και σήμερα ακόμη, το μοναστήρι συνέχισε και συνεχίζει να αποτελεί τόπο προσκυνήματος και ανταμώματος των Τροβατιανών κάθε 15η Αυγούστου που γιορτάζει η Μεγαλόχαρη.
Η μονή αυτή "ένθα τον ασκητικόν δίαυλον ιερά και θαυμασία τις διήνυε ξυνωρίς Αντώνιος και Βαρθολομαίος", που φιλοξένησε τον περίφημο Ευγένιο Γιαννούλη, αλλά και που θέρμαινε τις ψυχές των προγόνων μας, πρέπει ν' αποτελεί για μας όχι μόνο τόπο προσκυνήματος, αλλά και τόπο μνήμης και εθνικής αναβάπτισης.
Σήμερα το μοναστήρι της Παναγίας, το ζωντανό και εύγλωττο αυτό μνημείο της Ιστορίας μας, χρήζει ιδιαίτερης μέριμνας και επιβάλλεται να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ν' αποκαλυφτεί, ν' αποκατασταθεί και να συντηρηθεί η ιστόρηση (αγιογράφηση) του ναού, και να ληφθούν μέτρα, ώστε να διατηρηθεί εφεξής αναλλοίωτο τόσο από την άστοχη ανθρώπινη επέμβαση, όσο και από τον πανδομάτορα χρόνο* το οφείλουμε στην Ιστορία μας* το οφείλουμε στις επερχόμενες γενιές.
Ιδιαίτερα το Υπουργείο Πολιτισμού, μέσω των υπηρεσιών του, οφείλει να αναλάβει, με γενναία χρηματοδότηση και επιστημονική συνδρομή, τη συντήρηση και ανάδειξη του μοναστηριού.
                                               γράφει ο Παναγιώτης Β. Σαλαγιάννης

Από το βιβλίο του Παναγιώτη Β. Σαλαγιάννη:
"Το Τροβάτο Αγράφων"

Δεν υπάρχουν σχόλια: